Στην ζωή του καθενός και της καθεμίας από μας, στην μικροϊστορία και στον μικρόκοσμό μας αντιμετωπίζουμε κατά την διάρκεια του βίου μας πολλές κρίσεις και προβλήματα, αμφιβολίες επιλογών και διλήμματα. Το τι επιλέγει ο καθένας μας είναι απόρροια των προσωπικών του επιλογών και διαδρομών, των δυνατοτήτων ή των περιορισμών του και φυσικά, των δεδομένων και της δυναμικής των άλλων κοινωνικών υποκειμένων, της κοινωνικής πραγματικότητας, του κοντινού αλλά και ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. Υπάρχουν φορές που καταφέρνουμε να αντιμετωπίσουμε τα δεδομένα, να τα υπερβούμε, και άλλες που τα γεγονότα μας αναγκάζουν να αναθεωρήσουμε τις πράξεις και την πρακτική μας τις επιθυμίες και τους στόχους μας.
Όλα αυτά όμως, οι προσωπικές μας στάσεις και επιλογές, οι πρακτικές που ακολουθούσαμε μέχρι σήμερα, είχαν μια βασική προϋπόθεση: ότι υπάρχει ένα δεδομένο και σταθερό κοινωνικό πλαίσιο, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό, που έθετε τα μέτρα και τα σταθμά, μας έδειχνε τον δρόμο και τον τρόπο για το τι πρέπει να πράξει ο καθένας μας για να βελτιώσει την πορεία και την θέση του. Γνωρίζαμε τους κανόνες του παιχνιδιού, τα όρια του συστήματος, τους στόχους που μπορούσε να θέσουμε (ανάλογα με το σημείο εκκίνησής μας), το πώς να κινηθούμε για να «φτάσουμε» τους άλλους, πώς να πορευθούμε σ’ ένα τοπίο που μπορεί να μην ήταν αντάξιο των αναγκών ή των προσδοκιών μας αλλά τουλάχιστον με μια προσωπική προσπάθεια ή κόπο, με επιμονή και συνέπεια, μπορούσες να εξασφαλίσεις τα προς το ζην, να νιώθεις ότι θα σε φροντίσουν αν αρρωστήσεις, ότι θα υπάρξει συλλογική/δημόσια μέριμνα αν κάτι πάει στραβά στις επιλογές σου, ότι δεν είσαι μοναχός και εγκαταλελειμμένος, έρμαιο ξαφνικών ή απροσδόκητων εξελίξεων.
Στο πλαίσιο αυτό εξ άλλου, και υπό το βάρος των αμφιβολιών ή των αβεβαιοτήτων μας ή του φόβου της μοναξιάς μας αλλά και την πίεση του δεδομένου πλαισίου, είν’ αλήθεια, πώς εκχωρούσαμε συστηματικά, άλλος λίγο και άλλος πολύ, μεγάλο μέρος της ελευθερίας και της ανθρωπιάς μας, της αξιοπρέπειας και των δυνατοτήτων μας. Κάναμε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς καθημερινά, προκειμένου να ανταπεξέλθουμε. Πάνω απ’ όλα η επιβίωση (λέγαμε ή σκεφτόμασταν ή και απλώς πιστεύαμε). Παραδινόμενοι συνεχώς και μάλλον άνευ όρων, εκχωρούντες ασυναισθήτως ολοένα και πιο πολύ, στους άλλους, τους επιτήδειους ή και απλώς τους ικανούς – έτσι μάλλον πιστεύαμε, τους εγγυητές της ασφάλειας και των μικροονείρων μας. Σιγά σιγά μπορεί να ταυτιστήκαμε κιόλας μ’ αυτό που βιώναμε, ή και μ’ αυτό που βλέπαμε στις οθόνες, τις νύχτες που εξουθενωμένοι καρφωνόμασταν στους δέκτες μας, έτσι, για να ξεθολώσουμε (για να μην σκεφτόμαστε όπως λέγαμε) από τα κοπιώδη ημερήσια τρεχαλητά μας. Αφελείς και επιλήσμονες: ως προς το πρώτο, γιατί νομίζαμε ότι το σύστημα είναι αιώνιο κι οι εκπρόσωποί του με το μέρος μας, ενώ ως προς το δεύτερο, γιατί πάνω απ’ όλα λησμονούσαμε επιτηδείως τον νεανικό ενθουσιασμό και πεποιθήσεις μας για έναν καλύτερο κόσμο, ή εκείνες τις προσπάθειες των προγενεστέρων που ο καϋμός και το μαράζι τους, η πίκρα και οι οδύνες τους έγιναν η μαγιά για έναν κόσμο στα μέτρα των ανθρώπων.
Ίσως και γι’ αυτό, για όλα αυτά, να είμαστε σήμερα τόσο σαστισμένοι και αμήχανοι, τόσο απορημένοι και ανήμποροι να αντιμετωπίσουμε αυτό που βιώνουμε, μια πραγματικότητα που δεν μας τρομάζει ή πληγώνει μόνο πλέον, αλλά απειλεί την ίδια μας την ύπαρξη. Γιατί ο κόσμος που γνωρίσαμε, αυτό που ζήσαμε μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει πλέον. Όλοι το νιώθουμε, ακόμη κι όταν αρνούμαστε να το πιστέψουμε, ότι το μόνο σταθερό πλέον πράγμα στην ζωή μας είναι το πρόγραμμα της τηλεόρασης. Κατακτήσεις του παρελθόντος, σταθερές και νοήματα, δεδομένα και πρακτικές, γίνονται, λεπτό προς λεπτό, κομμάτια και θρύψαλα. Ξαφνικά, μέσα σε μια στιγμή, ξεβραστήκαμε από την ιστορία. Γιατί δεν ζει στην ιστορία αυτός που βιώνει μόνο το παρόν, το τώρα, που του διαφεύγει το παρελθόν ή του στερείται το μέλλον. Και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, όσο συναινούμε σ’ αυτό, ή απλώς το ανεχόμαστε. Όσο υποτασσόμαστε κι αφήνουμε τον εαυτό μας να βυθίζεται και να παραλύει σ’ αυτήν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του φόβου. Όσο καταλογίζουμε στους άλλους τις ευθύνες και τις ενοχές, την ενοχοποίηση που μας αποδίδεται από το σύστημα σε όλους μας. Όσο προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε με τα μάτια (και τα βιώματα ή τις πρακτικές) του παρελθόντος - της προηγούμενης πραγματικότητας, που «προνοούσε» και «ενδιαφέρονταν» για την υγεία και την πορεία μας, αυτόν τον θαυμαστό σημερινό κόσμο που μας προκαλεί, επιζητώντας μόνο την ατομική ευθύνη και επιβίωσή μας πάνω στον σωρό των άλλων, των περιθωριοποιημένων, τον μη ικανών, των άτυχων. Όσο αποδεχόμαστε να διαβιούμε σε μια πραγματικότητα που, εν ονόματι της ηθικής της αγοράς (των πολυεθνικών και όχι των μικρονοικοκυραίων), μας αντιμετωπίζει ως καταναλωτές – δηλαδή υπηκόους, και όχι ως υποκείμενα, παραγωγούς, πολίτες, ανθρώπους. Όσο αποδεχόμαστε και προσυπογράφουμε την συντριβή μας ελπίζοντας να καταφέρουμε ατομικά να την βολέψουμε, ελέω βουλευτή, κόμματος, τύχης, δημοσίων σχέσεων, ατομικών ικανοτήτων, πονηριάς, καπατσοσύνης – αντί να επινοήσουμε καινούργιους δρόμους και τρόπους υπέρβασης κι αναγέννησης, κάτι που δεν μπορεί να το κάνει κανείς ατομικά, σε επίπεδο μικροομάδας, κάστας, χωρίς την βοήθεια των άλλων. Όσο αναπαράγουμε τις απόψεις αυτών που παίρνουν τις αποφάσεις ή των υπαλλήλων τους, βάζοντάς τα ο ένας με τον άλλον για το ποιος ή τι φταίει περισσότερο: οι υπάλληλοι (που πληρώνονται από το υστέρημά μας), οι επαγγελματίες (που δήλωναν πάντα λιγότερα από τους μισθωτούς), οι άλλοι υπάλληλοι (που παίρνουν περισσότερα από εμάς), οι γιατροί, οι ταξιτζήδες, οι μηχανικοί, οι φορτηγατζήδες, κ.ο.κ. Όσο αποδεχόμαστε την γραμμή (της εξουσίας: οικονομικής, πολιτικής, τηλεοπτικής) οι θύτες να δικάζουν τα θύματα - αυτοί που δημιούργησαν τα προβλήματα να εμφανίζονται ως εγγυητές για την λύση τους, και όσο προσυπογράφουμε ή και απλώς ανεχόμαστε την ανθρωποφαγική (πρέπει να είμαστε όμοιοί τους, συμμέτοχοι και συναινούντες -όποιος είναι διαφωνών είναι αρνησίπατρις, κλπ) και ανθρωποεμετική (όσοι δεν συμφωνούν θα τιμωρηθούν…) στρατηγική τους
Δεν ξέρω τι μέλλει γενέσθαι. Κι όχι μόνο γιατί το μέλλον δεν θάρθει από μονάχο του…αν δεν πάρουμε μέρος κι εμείς, όπως λέει ο ποιητής. Αλλά και γιατί ψυχανεμίζομαι πάνω απ’ όλα ένα πράγμα. Ότι αν δεν ενωθούμε παρ’ όλες τις διαφορές μας, κι αν δεν κοινωνήσουμε στην μεγάλη παράδοση αντίστασης και ανταρσίας μας – ως λαού και ως έθνους, τότε, ουαί και αλλοίμονο τοις ηττημένοις.
Κώστας Πατλακίδης
Αλεξανδρούπολη 4/11/2011

Το περιφερειακό συμβούλιο ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, κατά την προχθεσινή του συνεδρίαση, επανέλαβε το ηχηρό «όχι» στις επενδύσεις χρυσού στην περιοχή μας, μετά από συζήτηση επί του θέματος, που εισήγαγαν τα μέλη της διανομαρχιακής Επιτροπής Έβρου-Ροδόπης, που εναντιώνονται στην εκμετάλλευση των Κοιτασμάτων στο Πέραμα και στις Σάπες. Στην αίθουσα συνεδριάσεων της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης, έδωσαν το «παρών», τόσο τα μέλη της Διανομαρχιακής Επιτροπής, όσο και μέλη των «Αγανακτισμένων», που εναντιώνονται στην εν λόγω εξέλιξη και κατέθεσαν προς το σώμα τις θέσεις τους, ζητώντας να αποδοκιμάσει τις επιχειρούμενες ενέργειες. Αν και σύσσωμο το περιφερειακό συμβούλιο δήλωσε την αντίθεσή του στις επενδύσεις αυτής της μορφής, διαφοροποιημένη εμφανίστηκε η στάση της μείζονος αντιπολίτευσης, που έθεσε μια σειρά από αντιρρήσεις και ενστάσεις επί της διαδικασίας, αναφορικά με τον τρόπο, που εισήχθη το θέμα προς συζήτηση, το περιεχόμενο της απόφασης, που θα καλούταν να λάβει το σώμα, αλλά και την αποτελεσματικότητα αυτής της απόφασης, όσον αφορά τις εξελίξεις επί του θέματος. Οι παραπάνω αντιδράσεις και ενστάσεις της Περιφερειακής Αναγέννησης είχαν ως αποτέλεσμα κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας οι περιφερειακοί σύμβουλοι, κ. κ. Δημήτρης Πέτροβιτς και Κωνσταντίνος Ζαγναφέρης να ψηφίσουν «λευκό» και να προκαλέσουν τις αποδοκιμασίες από τους παριστάμενους πολίτες, αλλά και από μερίδα των συναδέλφων τους των άλλων παρατάξεων. Νωρίτερα, στις τοποθετήσεις των επικεφαλής των παρατάξεων και των περιφερειακών συμβούλων, εκτός από την κριτική για στρουθοκαμηλισμό προς τη μείζονα αντιπολίτευση, τα μέλη του συμβουλίου, που πήραν το λόγο, άσκησαν δριμύ «κατηγορώ» εναντίον της κυβέρνησης, αλλά και της εταιρίας, που προωθεί την επένδυση, ενώ τόνισαν την αναγκαιότητα σεβασμού της εκπεφρασμένης θέσης της τοπικής κοινωνίας. Από μερίδα, μάλιστα, περιφερειακών συμβούλων προτάθηκε η απόφαση να περιλαμβάνει συγκεκριμένες μορφές αντίδρασης, στην περίπτωση, που αυτή δεν εισακουστεί από την κεντρική κυβέρνηση και συνεχιστεί η προσπάθεια υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων. Εν τέλει, μετά από πρόταση του περιφερειάρχη, αποφασίστηκε το «όχι» του περιφερειακού συμβουλίου και των λοιπών φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, να μεταφερθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή και σε όλους τους εμπλεκόμενους, μέσα από μια διαθεσμική επιτροπή από την περιοχή μας. 


